Το να βάλεις στη ζωή σου έναν σκύλο είναι η πιο ευγενής χειρονομία που μπορείς να κάνεις – και για σένα και για τον ίδιο τον σκύλο. Είναι μια πράξη αγάπης.
Είμαι πολύ τυχερή – προνομιούχα θα έλεγα – που έχω την Τσίτα, μια πανέμορφη ημίαιμη πιτμπουλίνα, και τον Δία, έναν όμορφο και χαριτωμένο ημίαιμο Μπριτάνι Σπάνιελ. Για την Τσίτα θα μιλήσω σε άλλο κεφάλαιο.
Για τον Δία μπορώ να πω πως ήταν ένας πολύ χαδιάρης και αγαπησιάρης σκύλος – και ταυτόχρονα σπουδαίος μαχητής, γιατί πάλευε με καρκίνο στον πνεύμονα για πολλούς μήνες. Και λέω «πάλευε», γιατί πριν λίγες μέρες έφυγε από τη ζωή.
Τον πήραμε από μια φιλοζωική στην Αμαλιάδα. Ναι, διανύσαμε πολλά χιλιόμετρα μακριά από την πρωτεύουσα για να τον φέρουμε κοντά μας, αφού είχαμε δει μια φωτογραφία του στο Facebook. Θέλαμε να έχει παρέα η σκυλίτσα μας και να μεγαλώσουμε την οικογένειά μας. Διπλή χαρά, διπλός μπελάς, βέβαια.
Στο καταφύγιο συναντήσαμε έναν πολύ αδύνατο σκυλάκο, ελαφρώς συνεσταλμένο, που είχε έναν παράξενο βήχα κατά διαστήματα. Παρ’ όλα αυτά, επιλέξαμε να δούμε αν θα ταίριαζε με την Τσίτα, και δεν παρατηρήσαμε κάτι που να μας αποτρέψει. Εξάλλου, και οι δύο σκύλοι είναι στειρωμένοι.
Φύγαμε χαρούμενοι με το νέο μέλος της οικογένειας. Στον κτηνίατρο, στις πρώτες εξετάσεις, όλα έδειχναν καλά – εκτός από μια παραφωνία: τα αυξημένα αιμοπετάλια, που έδειχναν κάποια φλεγμονή. Ο κτηνίατρος συνέστησε μια δεκαήμερη αγωγή με αντιβίωση και είπαμε να δούμε πώς θα εξελιχθεί.
Ο Δίας στο μεταξύ προσπαθούσε να προσαρμοστεί στο σπίτι μας. Σύμφωνα με όσα μας είπαν, είχε μείνει ένα χρόνο στο καταφύγιο και πριν από αυτό κανείς δεν ήξερε πού βρισκόταν. Η ηλικία του ήταν ασαφής: στο καταφύγιο είπαν 7, ενώ διάφοροι κτηνίατροι εκτιμούσαν 4–5 ετών.
Με την Τσίτα γνωρίζονταν σταδιακά, όπως κι εμείς μαζί του. Πηγαίναμε βόλτες και, μάλιστα, σκεφτόμουν ότι μετά από έναν μήνα θα τον πήγαινα σε εκπαιδευτή για τις βασικές εντολές – τις οποίες δεν ήξερε. Ακόμα ήταν για μένα ένας νέος φίλος. Δεν είχαμε αποκτήσει οικειότητα, αν και εκείνος αναζητούσε συνεχώς επαφή και χάδια.
Κάποια στιγμή, περίπου έναν μήνα αφότου ήρθε στο σπίτι, άρχισε να μην έχει όρεξη για φαγητό και ο βήχας συνεχιζόταν. Υπέθεσα πως ίσως στο καταφύγιο δεν τον τάιζαν σωστά και γι’ αυτό δεν του άρεσε η ξηρά τροφή. Όμως μετά από δύο μέρες χωρίς όρεξη, άρχισα να ανησυχώ.
Δε θέλω να μπω σε πολλές λεπτομέρειες. Το μόνο που θα πω είναι ότι σχεδόν για έναν μήνα έτρεχα σε κτηνιάτρους και εξετάσεις, για να μάθω τελικά ότι είχε όγκο στον πνεύμονα με μεταστάσεις και στην τραχεία. Η εγχείρηση ήταν σχεδόν αδύνατη – δεν θα άντεχε. Προτάθηκε χημειοθεραπεία, αλλά με πολλές παρενέργειες. Η κορτιζόνη μπορούσε να βελτιώσει τη διάθεσή του, χωρίς ελπίδα ίασης.
Μπορούσαμε να πάρουμε την απόφαση να τον «κοιμίσουμε»… Δεν το κάναμε. Ο Δίας, με λίγη κορτιζόνη, άρχισε να ανακτά διάθεση και όρεξη. Θέλαμε να τον γνωρίσουμε – τον θέλαμε στη μικρή μας οικογένεια. Η καρδιά μας έλεγε να το παλέψουμε όσο και εκείνος μπορούσε. Και έτσι έγινε.
Τους μήνες που ακολούθησαν γνωρίσαμε μια τρυφερή ψυχή που αποζητούσε την παρέα και τα χάδια μας. Προσωπικά λάτρεψα το γάβγισμά του όταν καταλάβαινε ότι γυρίζαμε σπίτι ή όταν άκουγε άλλους σκύλους ή αγνώστους να περνούν κοντά στο σπίτι μας – όσοι έχουν σκύλο, καταλαβαίνουν τι θέλω να πω. Η πρώτη μας εκδρομή, των Φώτων, ήταν για εμάς απροσδόκητο δώρο: έδειξε όρεξη και δύναμη για ταξίδι και βόλτες.
Κάθε φορά που έμπαινα στην κουζίνα, σηκωνόταν και περίμενε λιχουδιά. Ερχόταν στο δωμάτιό μου όταν έλειπα πολλή ώρα από το σαλόνι- όπου συνηθως άραζε- και μου ζητούσε χάδια ή απλώς ξάπλωνε δίπλα μου. Κουνούσε ρυθμικά την ουρά του κάθε φορά που μας έβλεπε- η οποια συχνά θα χτυπούσε κάποιο έπιπλο – και ο ήχος αυτός ήταν πια κάτι γνώριμο και τρυφερό.
Με την Τσίτα τα πήγαινε καλά. Ήταν το αντίβαρο στο εκρηκτικό της ταμπεραμέντο. Ήρεμος και ειρηνικός χαρακτήρας.
Δεθήκαμε πολύ αυτούς τους μήνες. Δημιουργήσαμε πολλές όμορφες στιγμές που έγιναν αναμνήσεις. Για μένα, ήταν ομολογώ μια διαρκής πηγή άγχους – έπρεπε κάθε μέρα να παίρνει την κορτιζόνη του, κατά διαστήματα και αντιβίωση, και ήθελα πάντα να τρώει καλά. Συνόδευα την ξηρά τροφή με λίγο από το φαγητό μας για να την τρώει με περισσότερη όρεξη.
Αυτό που μπορώ να πω είναι πως εμείς κερδίσαμε από την παρουσία του Δία στη ζωή μας – παρά τα τρεξίματα που είχαμε λόγω της υγείας του. Υπήρξαν στιγμές που ένιωσα αδύναμη, χωρίς να ξέρω τι καλύτερο να κάνω για εκείνον. Όμως νιώθω γεμάτη και ευγνώμων που κάναμε παρέα για σχεδόν 8,5 μήνες.
Θα κλείσω με ένα απόφθεγμα του συγγραφέα Μίλαν Κούντερα:
«Οι σκύλοι είναι η σύνδεσή μας με τον παράδεισο. Δεν γνωρίζουν τι σημαίνει κακία, ζήλια ή δυσαρέσκεια. Το να κάθεσαι με έναν σκύλο, μαζί του, είναι σαν να βρίσκεσαι πίσω στην Εδέμ, όπου το να μην κάνεις τίποτα δεν είναι βαρετό – είναι γαλήνη.»
Καλό Παράδεισο, Διάκι.
