Χριστουγεννιάτικο Οσλο

 

 

Στην πλατεια που βρισκεται μεταξυ του κοινοβουλιου και του Εθνικου θεατρου του Οσλο οι μικροπωλητες εχουν στησει την υπαιθρια αγορα τους με διαφορα προιοντα, κυριως μαλλινα ρουχα και παιχνιδια.  Κοσμος αρκετος βγηκε σημερα Κυριακη, παρολο το τσουχτερο κρυο, για να χαζεψει πιο πολυ την αγορα η για να κανουν τα παιδια τους πατιναζ στο παγοδρομιο που στηθηκε χτες ενοψει Χριστουγεννων.

Εμεις γευτηκαμε γευστικοτατα τσουρος κατι σαν λουκουμα και τουλουμπακι, γλυκο απο την Ισπανια στην αγορα. Ειπαμε ειχε τοπικα προιοντα και οχι μονο…

 

 

Ο κοσμος κρατουσε πυρσους και προχωρουσε την St Olavs gate τον πιο κεντρικο δρομο του Οσλο με κατευθυνση το παλατι.

Και καπως ετσι στολιζουν τα σπιτια εξωτερικα οπως αυτο το συγκροτημα πολυκατοικιων

 

Αύριο: Λες , και μέσα σ’ αυτήν τη μικρή αναβολή παραμονεύει ολόκληρο το πελώριο ποτέ.

ΣΚΕΨΕΙΣ ΠΟΥ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΠΡΑΞΕΙΣ

Επειδή δεν ζούμε σε απόλυτα ελεγχόμενες εργαστηριακές συνθήκες, αλλά σε ένα ευμετάβλητο, ασταθές περιβάλλον, η διαδικασία λήψης των αποφάσεών μας είναι, εν πολλοίς, αυθαίρετη. Αναλύουμε τα δεδομένα, ζυγίζουμε τις ποικίλες (συχνά αντικρουόμενες) εναλλακτικές, υπολογίζουμε όσο μπορούμε τα υπέρ και τα κατά, αλλά στο τέλος αποφασίζουμε χωρίς καμία ή με ελάχιστη βεβαιότητα.

Ένας τρόπος να απαλλαγούμε από όλη αυτή την άβολη αβεβαιότητα είναι να αποφασίσουμε ότι δεν θα αποφασίσουμε και να ησυχάσουμε.

Δεν παίρνουμε λοιπόν αποφάσεις ή τις αναβάλλουμε επ’ άπειρον και στο ενδιάμεσο στάδιο αναλωνόμαστε σε ατελείωτες σκέψεις σχετικά με τις αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν. Κάνουμε ατέρμονες αναλύσεις επί αναλύσεων και στην κυριολεξία διακόπτουμε τη ροή της ζωής για να επιδοθούμε σε σκέψεις για τη ζωή. Σχεδιάζουμε το πώς θα ζήσουμε δηλαδή, αλλά ποτέ δεν αποφασίζουμε να ζήσουμε. Στην πορεία αυτής της διαδικασίας, ευκαιρίες θα χαθούν, άνθρωποι θα βαρεθούν, χρόνια θα περνούν, αλλά αυτό είναι ένα τίμημα που είμαστε διατεθειμένοι να πληρώσουμε….

Η αναβολή και η εκλογίκευση παίζουν τεράστιο ρόλο σε αυτό το παιχνίδι αποφυγής, είναι οι πολυτιμότεροι σύμμαχοι στις μανούβρες που κάνουμε: «θα το έκανα φυσικά αλλά υπάρχει αυτό και το άλλο κόλλημα και εξάλλου πρέπει να γίνει αυτό και αυτό πρώτα», «δεν είναι ότι δεν μπορώ να αποφασίσω, απλώς συμβαίνει αυτό και αυτό, χώρια που αν συμβεί αυτό μετά θα συμβεί το άλλο» και ούτω καθ’ εξής.

Κάνουμε και την άλλη πονηριά: μεταθέτουμε την ευθύνη της λήψης αποφάσεων για τον εαυτό μας σε κάποιον άλλον. Ας πούμε, όταν δεν είμαστε σίγουροι αν θέλουμε να χωρίσουμε ή όχι, αφήνουμε τον σύντροφό μας να αποφασίσει και για τους δύο. Εμείς απλώς συναινούμε σε ό,τι αποφασίσει εκείνος, νιώθοντας άνετοι και ανάλαφροι σαν πουλάκια καθώς δεν μας βαραίνει η ευθύνη καμίας επιλογής.

Το παράξενο είναι ότι, συχνά, ενώ ξέρουμε τι θέλουμε και το αποφασίζουμε μέσα μας, αντιμετωπίζουμε τεράστια δυσκολία να εξωτερικεύσουμε και να κάνουμε πράξη την απόφασή μας. Τη γυροφέρνουμε στο κεφάλι μας αδυνατώντας να την ολοκληρώσουμε επειδή το πέρασμα στη πράξη είναι αυτό που τρέμουμε περισσότερο. Επειδή η ανυπέρβλητη δυσκολία, σε αυτή την περίπτωση, δεν είναι το αποφασίζειν αλλά το πράττειν…

Πίσω από τη δυσκολία λήψης αποφάσεων, ενδεχομένως να κρύβεται μια τελειομανία, μία ανάγκη να παρθεί η «τέλεια απόφαση». Εκείνη που όλοι θα επιβραβεύσουν, που θα μας οδηγήσει σε σίγουρη επιτυχία, που θα επιφέρει τα καλύτερα αποτελέσματα χωρίς αρνητικές επιπτώσεις, εκείνη που θα αποδείξει σε εμάς και σε όλους πόσο έξυπνοι και ικανοί είμαστε.

Ένα άλλο πρόβλημα είναι ότι αρνούμαστε την έννοια της αλλαγής. Αφελώς πιστεύουμε ότι κάθε απόφασή μας θα διαρκέσει για πάντα, ότι θα χαραχτεί στην πέτρα αιωνίως και δεν θα υπάρχει γυρισμός. Από την άλλη αρνούμαστε να αναλάβουμε το αναπόφευκτο ρίσκο που ενέχει η λήψη αποφάσεων. Διστάζουμε να σηκώσουμε το βάρος της απόφασής μας ομολογώντας «ναι, καλό ή κακό, αυτό ακριβώς είναι που διάλεξα».

Χώρια που είμαστε και λίγο συμφεροντολόγοι. Από το να διακινδυνεύσουμε στο άγνωστο, επιλέγουμε να κάτσουμε στ’ αυγά μας. Είναι η γνωστή στάση του «κάλλιο πέντε και στο χέρι, παρά δέκα και καρτέρι» και του «που να τρέχω τώρα, ας μείνω σ’ αυτά που ξέρω». Ενεργώντας έτσι δεν κερδίζουμε τίποτα βεβαίως, αλλά τουλάχιστον δεν χάνουμε και αυτά που έχουμε.

Δεν θέλει πολύ μυαλό να καταλάβουμε τι κρύβεται πίσω από όλους αυτούς τους επιμέρους φόβους. Πολύ απλά και πολύ συγκεκριμένα ο φόβος για το θάνατο. Αντί να αποδεχτούμε το ανυπέρβλητο δεδομένο του θανάτου, υιοθετούμε την παράλογη, μεταφυσική λογική του «αν δεν επιλέξω τίποτα, αν δηλαδή αποφύγω να ζήσω, μάλλον δεν κινδυνεύω να πεθάνω, αφού εξ ορισμού ζω σημαίνει οπωσδήποτε θα πεθάνω». Εάν μείνουμε στην απέξω ακινητοποιημένοι στο χρόνο, ο θάνατος μπορεί να ξεγελαστεί και να μας ξεχάσει. Άχρονοι και μη πραγματικοί μεν, αθάνατοι δε.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΖΩΗ

Το δεδομένο είναι ένα: η αναποφασιστικότητα οδηγεί στην απραξία, στον εν ζωή θάνατο, αφού χωρίς πράξη και χωρίς ενέργεια στερώ από τον εαυτό μου τις εμπειρίες, τις πληροφορίες, τα δεδομένα που χρησιμεύουν ως πηγές εξέλιξης, σύνδεσης και ωρίμανσης.

Αντί να μηρυκάζουμε τα ίδια και τα ίδια όντας αναβλητικοί, ανίκανοι για πρωτοβουλίες και καθόλου αυθόρμητοι, ας αποδεχτούμε, επιτέλους, ότι δεν υπάρχει τρόπος να είμαστε 100% σίγουροι γι’ αυτό που θέλουμε, ούτε θα θέλουμε ποτέ μόνο ένα πράγμα, ούτε θα το θέλουμε για πάντα. Ας αποδεχτούμε ακόμα αυτό που ήδη ξέρουμε: ότι δεν υπάρχουν «σωστές» και «λάθος» αποφάσεις. Ότι, σε τελική ανάλυση, ακόμα και αν κάνουμε «λάθος» επιλογή, μπορούμε να την τροποποιήσουμε αργότερα βγαίνοντας επιπλέον ωριμότεροι και πλουσιότεροι από την εμπειρία.

Αυτό που πρέπει να συνειδητοποιήσουμε είναι ότι είμαστε (σχετικά…) ελεύθεροι και ότι πρέπει να αρχίσουμε να κάνουμε χρήση αυτής της ελευθερίας. Άσχετα από τις αποφάσεις που θα πάρουμε και τις επιλογές που θα κάνουμε, έχει αξία η ίδια η χρήση της ελευθερίας μας. Έχει αξία, εμείς να διαλέξουμε και κανένας άλλος – να πούμε «ναι» σε κάτι, λέγοντας συγχρόνως και αναπόφευκτα «όχι» σε κάτι άλλο.

Εξάλλου πόσο έλεγχο νομίζουμε ότι έχουμε πάνω στα πράγματα; Γιατί πιστεύουμε, αφελώς, ότι η δική μας απόφαση θα κάνει τεράστια διαφορά; Αυτά που αποφασίζουμε είναι ένα μικρό μόνο τμήμα ενός πολυποίκιλου μεταβαλλόμενου περιβάλλοντος που ασφαλώς επηρεάζεται από τις αποφάσεις μας, αλλά δεν καθορίζεται από αυτές.

Φυσικά απαιτείται κάποιου επιπέδου ωριμότητα. Η συνειδητοποίηση και αποδοχή ότι δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα. Η σοφία να καταλάβουμε ότι αν έχω να διαλέξω ανάμεσα στο πιάτο νούμερο 1 και στο πιάτο νούμερο 2, οποιαδήποτε επιλογή από τις δύο είναι προτιμότερη από το να πεθάνω της πείνας…

Μην ξεγελιόμαστε ότι όντας αναποφάσιστοι δεν παίρνουμε αποφάσεις. Η ίδια η αναποφασιστικότητά μας είναι μια απόφαση – η απόφαση να μην αποφασίσουμε. Και όπως για κάθε απόφαση, έτσι και γι’ αυτή, χρειάζεται να αναλάβουμε την ευθύνη της – δεν γλυτώνουμε ποτέ από αυτό. Επίσης, δεν πρέπει να βαυκαλιζόμαστε ότι αρκεί να αποφασίσουμε μία φορά και δεν θα χρειαστεί να αποφασίσουμε ποτέ ξανά. Δεν λειτουργούν έτσι τα πράγματα. Η κάθε απόφαση μεταβάλλει τις καταστάσεις, οι νέες καταστάσεις ζητούν νέες αποφάσεις και έτσι πάει η ιστορία.

Το κλισέ ότι «στο τέλος μετανιώνουμε κυρίως για όσα δεν κάναμε παρά για όσα κάναμε» είναι σωστό. Έτσι κι αλλιώς οι ενδεχόμενες συνέπειες που φαντασιωνόμαστε τις περισσότερες φορές δεν επαληθεύονται. Τα κακά που φοβόμαστε ότι θα επιφέρει μια κακή απόφαση συνήθως δεν αποδεικνύονται τόσο κακά και τα καλά που αναμένουμε λόγω μιας καλής απόφασης επίσης δεν αποδεικνύονται τόσο καλά. Για να ολοκληρώνουμε: αυτό που επιλέγουμε σήμερα δεν γνωρίζουμε τι συνέπειες θα έχει αύριο και, κυρίως, δεν έχουμε τρόπο να ξέρουμε αν θα ικανοποιεί τον μελλοντικό μας εαυτό.

Συμπερασμα

Αφού συμφωνήσαμε ότι δεν υπάρχει τρόπος να ξεφύγουμε από τις αποφάσεις και ότι το δυσκολότερο σημείο της διαδικασίας είναι το πέρασμα στην πράξη, τι απομένει;

Ένα μόνο: Να διακινδυνεύσουμε να πάρουμε τις αποφάσεις που χρειαζόμαστε και να αναλάβουμε με γενναιότητα την ευθύνη των συνεπειών τους. Με άλλα λόγια, να αποφασίσουμε να ζήσουμε και να αποδεχτούμε ότι κάποια στιγμή η ζωή θα τελειώσει.

Ας πάρουμε απόφαση κι αυτό: δεν υπάρχει τρόπος να κερδίσουμε πολλά στη ζωή ποντάροντας λίγα. Ή θα αρνηθούμε την ελευθερία μας μένοντας βολεμένοι και φυτοζωώντας ή θα ξεβολευτούμε, θα ρισκάρουμε και… θα δούμε τι θα γίνει…

Άρα λοιπόν: αναλαμβάνουμε δράση, αν το θεωρούμε απαραίτητο σκεφτόμαστε και αναλύουμε προηγουμένως, στρίβουμε κι ένα νόμισμα αν χρειαστεί, αλλά παίρνουμε, επιτέλους, μια απόφαση. Μια οποιαδήποτε απόφαση, αρκεί το πράγμα να αρχίσει να τσουλάει.

Η άλλη εναλλακτική είναι γνωστή: Θα το κανω αυριο. Αύριο, λες, και μέσα σ’ αυτήν τη μικρή αναβολή παραμονεύει ολόκληρο το πελώριο ποτέ.

-via enallaktikidrasi-

Κάποια πράγματα που θα θέλατε να ξέρετε για τη Νορβηγία, ιδού η ευκαιρία να τα μάθετε

Δεδομένα

– Η Νορβηγοί ειναι ξενοφοβικοι όχι προς όλους, προς τους μη βορειους λαους κυρίως. λογικό και όχι κατακριτέο μέχρι ένα βαθμό. Οι ανθρωποι συνορεύουν με παγόβουνα. δεν ήταν ποτέ γεωγραφικά μέρος ένος σταυροδρομιού, όπως η Μεσόγειος που συναντιούνται και αλληλεπιδρούν επι χιλιάδες χρόνια πολλές φυλές, εθνότητες και εθνικότητες. λογικό να μην είναι τόσο εξοικειωμένοι με το μωσαϊκό της Μεσογείου. Ειναι κλειστοί και απομακροι. Επιδρά ο καιρός σίγουρα πολύ.

-Η γνωστη μπαροτσαρκα περαν του οτι κοστιζει μια περιουσια και δεν υπαρχει σημαντικη ποικιλια απο μαγαζια είναι ανύπαρκτη και ειναι αδύνατη για το μεγαλύτερο μέρος ενός ημερολογιακού έτους λογω καιρικων συνθηκων. Επισης, υπαρχει πορτα στα κλαμπ. Αυτοι τσεκαρουν αν εισαι μεθυσμενος κι αν εισαι δεν σε βαζουν μεσα. Επισης οι αντρες πρεπει να ειναι ντυμενοι με πουκαμισο, καλο παντελονι και κυριως να φορουν καλα παπουτσια. Οτιδηποτε σε αθλητικο στυλ δεν ενδεικνυται, τους απαγορευεται η εισοδος.

-Ισως ο λόγος που οι Έλληνες ζορίζονται με την Βόρεια Ευρώπη είναι ότι κατα βάθος δεν έχουν σχέση με τη κοινοβιακή κουλτούρα που πηγάζει απο αιώνες επιβίωσης σε ψυχρό και σκοτεινό κλίμα. Οταν λεμε κοινοβιακη κουλτουρα εννοουμε οτι το κρατος κανει απιστευτες κρατησεις στα εισοδηματα σου για να απολαμβανεις κοινωνικες παροχες. Στους Ελληνες ομως αρεσει το ρισκο οταν βγαινουμε απο τη χωρα, είμαστε ατομιστές και δυναμικοί. Γι’αυτό και οι Έλληνες προοδεύουν και διακρινονται κυρίως σε Αγγλοσαξωνικές καπιταλιστικές χώρες με τρανταχτό παράδειγμα τις ΗΠΑ. Εκεί που δεν υπάρχουν ούτε κοινωνικό κράτος ούτε δίχτυα προστασίας.

-Στη Νορβηγια υπαρχει μονο η μεσαια ταξη. Οι πλουσιοι ειναι πολυ λιγοι, ολοι εδω μιλουν στον ενικο μεταξυ τους απο οποιαδηποτε κοινωνικη και οικονομικη ταξη κι αν προερχονται και δεν υπαρχει μεγαλη αποκλιση στους μισθους αναμεσα στους εργατες και τους επιστημονες. Γι αυτο δεν ξεχωριζει καποιος ιδιαιτερα.

– Και οι Νορβηγοι ψαχνουν για προσφορες στα μαγαζια και να φανε οικονομικα, ας μην ξεχναμε οτι πληρωνουν δανεια οι περισσοτεροι για τα σπιτια τους αλλα οταν ταξιδευουν στο εξωτερικο ειναι αρχοντες. Τους φαινονται ολα παμφθηνα. Με λιγα λογια να μαζευουμε λεφτα για να τα ξοδευουμε και να διασκεδαζουμε εκτος χωρας.

-Τα Νορβηγικά είναι απαραίτητα ακόμη και για να πιάσεις δουλειά ως λαντζέρης. Μεχρι πριν 2 χρονια δεν ηταν απαραιτητο. Ο λογος? εχει αυξηθει το μεταναστευτικο ρευμα κατακορυφα. Εκτος κι αν εισαι μηχανικος πιστοποιημενος, κατα προτιμηση πετρελαιου οποτε τα αγγλικα σου φτανουν.

– Οι Νορβηγοί είναι γενικά απόμακροι , αλλά εάν γίνεις φίλος τους παραμένεις για πάντα.

– Αλκοολ? Περιορισμοι. Δεν μπορείς να αγοράσεις αλκοόλ από σουπερμαρκετ μετά τις 6 το απόγευμα. Κι οταν λεμε αλκοολ απο σουπερμαρκετ εννοουμε μπυρα. Κρασια, κονιακ και κλπ μονο στο vinmonopolet, τις κρατικες καβες οπως τις λεω που ειναι ανοιχτα μεχρι το μεσημερι στις 14.00 και κοστιζουν φυσικα.

-Οι Νορβηγοι θελουν να τηρεις την συμφωνια που εχεις μαζι τους (απο το πιο σημαντικο μεχρι το πιο ασημαντο) στο 100%. Εκεινοι ομως επιτρεπεται να ξεφευγουν!…

-Το Οσλο ειναι μια πόλη σχετικά μικρή, στο μέγεθος της Θεσσαλονίκης, περιτριγυρισμένη από λοφους και δαση και με μάλλον επαρχιακή αίσθηση. Δεν θυμιζει με τιποτα μητροπόλεις. Στο κεντρο της πολης στη Burgata κυκλοφορουν  ανενοχλητα τοξιικομανείς και κανουν το αλισβερισι τους μέσα στο κόσμο. Δημοφιλής διασκέδαση, το καραόκε. Υπαρχει και καραοκε ταξι, το εχω δει πραγματικα δεν ξερω τι εστι, ετσι κι αλλιως ουτε συζητηση για ταξι, ειναι απαγορευτικο.

– Εννοείται ότι το κάπνισμα απαγορεύεται παντού ακομα και στα σπιτια που νοικιαζεις.

– Η συγκοινωνια ειναι αρτια. Λεωφορεια, τραμ, μετρο στην ωρα τους. Οι οδηγοι των λεωφορειων ομως οδηγουν σαν καμικαζι.

– Ασχολουνται παρα πολυ με την καλη φυσικη κατασταση ειδικα η νεοτερη γενια. Θα τους δεις στα πεζοδρομια που ειναι τεραστια να τρεχουν, να κανουν κρος σκι αλλα με πατινια τωρα που δεν χιονιζει ακομα, σε λιγο με τα σκι, να κανουν ποδηλατο και συχνα να σερνουν μαζι τους ειδικο καροτσακι για τα μωρα τους. Γενικοτερα ειναι τροπος διασκεδασης οι δραστηριοτητες στη φυση.

– Oσοι εχουν παντρευτει Νορβηγο μαθαινουν δωρεαν τα νορβηγικα. Επισης οι προσφυγες δεν πληρωνουν. Οι υπολοιποι πληρωνουμε τα μαθηματα ακριβα. Αυτο εγω το λεω ρατσισμο. Το βιβλιο τους δε, μιλαει για μεταναστατες. Πως δηλαδη ζουν και προσπαθουν να προσαρμοστουν οι μεταναστες και οι προσφυγες στη Νορβηγια. Καθολου learner friendly.

– Η τηλεοραση τους ειναι σαν την ελληνικη σε παραλλαγη. Τα φιλαρακια παιζουν κι εδω σε επαναληψεις με υποτιτλους, γενικα δεν κανουν μεταγλωττιση. Επισης προβαλλεται η Μπονατσα, ενα παλιο γουεστερν του ’60, και οι διαγωνισμοι τραγουδιου εννοειται οτι υπαρχουν κι εδω. Εξαλλου η Νορβηγια ειναι κατω απο την αμερικανικη σημαια..

– H ελληνικη κοινοτητα ειναι μικρη με αυξητικες τασεις φυσικα, αλλα καθολου ενωμενη και αλληλεγγυα.

-Τον οποιο “κοσμολιτικο” αερα που εχει το Οσλο το οφειλει στους μεταναστες. Βλεπεις πολλες διαφοτερικες εθνοτητες και υπαρχει και η αναλογη ποικιλια σε εστιατορια. Ευτυχως γιατι  η νορβηγικη κουζινα δεν λεει.

-Παιζει πολυ η εθελοντικη εργασια. Κι εγω για την ωρα απασχολουμαι εθελοντικα σε ενα κεντρο ηλικωμενων. Το κλιμα ειναι ευχαριστο γενικα εκει πραγματικα. Στο τμημα της κουζινας που βρισκομαι εγω η υπευθυνη ειναι απο τις Φιλιπιννες.