Θα ξεκινήσω με τον Εθνικό μας Υμνο
Σε γνωρίζω από την κόψη
του σπαθιού την τρομερή,
σε γνωρίζω από την όψη
που με βιά μετράει τη γη.
Απ’ τα κόκαλα βγαλμένη
των Ελλήνων τα ιερά,
και σαν πρώτα ανδρειωμένη,
χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!
Απο παιδάκι που ήμουν στο σχολείο οι στίχοι αυτοί του Σολωμου σε συνδυασμό με την μελωδία του Μάντζαρου πάντα με έκαναν να ριγώ. Στις εθνικές μας εορτές ως μαθήτρια ήταν το καλύτερο σημείο, το σημείο αναφοράς για μένα. Θυμάμαι ήμουν παραστάτρια στο γυμνάσιο και στην παρέλαση μας πέταγαν στραγάλια κάποιοι εξυπνάκηδες, έτσι για το καλαμπούρι, για τη μαγκιά κι ένιωθα θυμό μαζί με απογοήτευση. Αναρωτιόμουν γιατι δεν τιμούν την παρέλαση? Γιατί μας κάνουν κάζο? Δεν το έπαιρνα προσωπικά, οτι δηλαδή μπορεί να τους τη δίνουν τα φυτά της τάξης και γι’ αυτό πετάνε στραγάλια, αλλα δεν καταλάβαινα την ασυνειδησία τους! Δεν καταλαβαίναν ότι γιορτάζουν την πατρίδα και τους αγώνες της, ότι γιορτάζουμε τη σημαία μας…
Και τώρα? Και τώρα νιώθω ορφανή. Η πατρίδα μου δεν υπάρχει πια. Δεν υπήρχε και ποτέ όπως εγώ την φαντάστηκα ως παιδί. Τώρα κατάλαβα ότι είμαι χωρίς πατρίδα, ορφανή έτσι κι αλλιώς. Η χώρα μας τελειώνει.
Η ιδέα μιας μοντέρνας, δυτικής, δημοκρατικής Ελλάδας, η ψευδαίσθηση μιας ελεύθερης κοινωνίας με σύγχρονες αξίες, με ανοχή, ευμάρεια, ελευθερία διακίνησης ιδεών και ανθρώπων, ενταγμένη δίπλα στις πιο προηγμένες χώρες του κόσμου, ισάξια μ’ αυτές.
Η ιδέα ότι μπορούμε να υπάρξουμε ενεργά μέλη ενός κόσμου που ολοένα μικραίνει, και μέρος του να μας ανήκει, να είναι δικό μας, να είμαστε οργανικό κομμάτι του, να είμαστε κοινωνοί στο παγκόσμιο πανηγύρι ιδεών και εξελίξεων που επιταχύνεται και πλουτίζει εκθετικά, να συμμετέχουμε, να συνεισφέρουμε δεν υφισταται.
Η ιδέα αυτή πεθαίνει. Σκοτώνεται κάθε μέρα, εδώ και δέκα μέρες, εδώ και πέντε μήνες, εδώ και πέντε χρόνια, εδώ και δεκαετίες. Η χώρα μας μικραίνει, απομακρύνεται, αποκολλάται από εκείνο τον κόσμο, χάνει τις -τεχνητά μεταμοσχευμένες- αξίες του, τις απορρίπτει, φεύγει.
Και τι είναι Ελλάδα? Τι εχει περάσει στον κόσμο ότι ειναι η Ελλάδα?
Η Ελλάδα είναι ο το συρτάκι του Ζορμπά, το όπα, το σουβλάκι, ο μουσακάς, η Σαντορίνη, η Μύκονος κλπ. Είναι η χώρα των τζιτζικιών, η χώρα της ανεμελιάς. Αυτό πουλήσαμε με μεγάλη επιτυχία στο παρελθόν τουλάχιστον απο τουριστικής άποψης και αυτό πληρώνουμε τώρα. Τα τζιτζικια δεν μπορούν να τραγουδούν για πάντα.
Δυστυχώς το χούι μας ως λαός ειναι ο μιμητισμός, ειμαστε αντιγραφείς. Δεν εντοπίζουμε τις πραγματικές μας ανάγκες, να τις αξιολογήσουμε, να τις ιεραρχήσουμε. Ενα παράδειγμα για μένα είναι ο Καλατράβα. Οχι οτι έχω κατι προσωπικό με τον αρχιτεκτονα αυτον, αλλα πραγματικα θα μπορούσαμε επι της Ολυμπιακής βεγκέρας να αναδεικνύαμε Ελληνες αρχιτέκτονες. Αλλά θέλαμε να κανουμε εντύπωση. Και κάναμε δε λεω, αλλά με τραγικές συνέπειες. Μια χώρα που δεν στηρίχτηκε ποτέ στις δυνάμεις της, δε στάθηκε ποτέ στα πόδια της μετά την απελευθέρωση της απο τους Τούρκους, αλλά πάντα είχε τις ξένες δυνάμεις να κάνουν κουμάντο για εκείνη και να τους ζητάει δανεικά και να πλανάται οικτρά οτι είναι ανεξάρτητη, ότι εχει τον έλεγχο.
Οι Ελληνες είμαστε ορφανά εδώ και πολλά χρόνια λοιπόν, Αναζητούμε την ταυτότητα μας μέσα από ιδεολογικές διπολικές αγκιλώσεις της αριστεράς ή δεξιάς και πορευόμαστε απο την ανασφάλεια μας να θέλουμε κάπου να ανήκουμε. Ακόμα και η ψήφο μας δεν προέρχεται απο κρίση, αλλά απο την ανάγκη μας να ανήκουμε σε κάποια παράταξη. Πάντα θέλαμε και θέλουμε να βάζουμε ταμπέλες και να χωριζομαστε σε κατηγορίες. Μάλλον οφείλεται στους εθισμούς του ραγιά που εβρισκε καταφύγιο στην φαμίλια, στο σόι, στους συμπατριωτες για παραγηρορήσει τις φοβίες του σε ότι δεν καταλαβαινε.
Αυτή η κατηγοριοποιηση γίνεται στο τέλος διχόνοια και φάνηκε για άλλη μια φορά με το ψευτοδίλημμα του ναι ή οχι, του πιο φιάσκου δημοψηφίσματος όλων των εποχών. Που μας χώρισε για άλλη μια φορά.
Είμαστε ορφανά. Δεν γνωρίζουμε ποιοι είμαστε. Παπαγαλίζουμε. Αυτό μας έκανε έρμαια τόσα χρόνια και μπαλάκι όλων.
Και τώρα κάποιοι ίσως ξυπνήσαμε.
Βέβαια η αντίστροφη μέτρηση έχει ήδη αρχίσει. Και επειδή θυμάμαι μια φράση που λέει “καλά στερνά”, όσο μακάβριο και απαισιόδοξο κι αν ακουγεται στα αυτιά μας, αυτός είναι ο κύκλος της ζωής. Δεν εχει νόημα να πάμε κόντρα σε αυτόν. Αντιθέτως προσεύχομαι, αν έχουμε πραγματικά καταλάβει τιι μας συμβαίνει, να δείξουμε αλληλεγύη στο συνάνθρωπο μας, να βοηθήσουμε με όποιο τρόπο έχουμε, και να διασφαλίσουμε τα πνευματικά μας δικαιώματα, και εννοώ όλη την λογοτεχνική, μουσική και καλλιτεχνικά μας παιδεία και παράδοση ώστε να την προάγουμε με τον καλύτερο τρόπο για να φύγουμε απο αυτόν τον κόσμο αφήνοντας καλούς σπόρους για τις επόμενες γενιές της ανθρωπότητας. Κι αυτό να ρέει, να μην μπλοκάρεται απο το άγχος της υστεροφημιας : επειδη δηλαδη όλος ο δυτικός πολιτισμός στηρίχτηκε στην Αρχαια Ελλάδα να πρέπει να έχουμε το κόμπλεξ να έχουμε την ιδια επιρροή και αντίκτυπο στην ανθρωπότητα. Γιατί αυτό το κόμπλεξ κατωτερότητας μας ταλαιπώρησε ψυχολογικά αιώνες… Ειλικρινά ειναι γραφικό να λέμε και να ξαναλέμε στους εαυτούς μας για τους ξένους λαούς την ατάκα “οταν εσείς ήσασταν πάνω στα δέντρα και μαζεύατε καρπούς, εμείς είχαμε τον Σωκράτη, και τον Πλάτωνα”. Ας βγουμε απο την πλάνη μας επιτελους. Μόνο έτσι θα στηριχτούμε στα πόδια μας και θα γίνουμε αλληλλέγγυοι και θα προσπαθούμε μέχρι το τελος. Γιατί μόνο έτσι θα ελευθερωθούμε…