Σε ένα δημοτικό σχολείο στο Μόντρεαλ, ένας μικρός μαθητής πηγαίνοντας στο διάλειμμα στην τάξη του βρίσκεται μπροστά σε ένα αποτρόπαιο θέαμα. Η δασκάλα του είναι κρεμασμένη από ένα σκοινί κοντά στο παράθυρο. Ενα γεγονός μιας προσωπικής βίαιας εκτόνωσης σε ενα δημόσιο χώρο, όπως το σχολείο, όπου θεωρητικά, οι μαθητές καλούνται να δημιουργήσουν, να ξεδιπλώσουν την προσωπικότητα τους.
Ο σύλλογος των δασκάλων αντιδρά άμεσα, τροποποιώντας την αίθουσα και φυσικά ψάχνουν για αντικαταστάτη. Ο μόνος που απαντάει στην αγγελία είναι ο Μπασίρ Λαζάρ, ένας μετανάστης από την Αλγερία, που αν και δεν θα ήταν η επιλογή της δευθύντριας, συμφωνεί να τον προσλάβει. Ερχεται λοιπον ο δάσκαλος αυτός να αντιμετωπίσει την απώλεια των παιδιών, όπως και τη δική του κρυμμένη απώλεια. Ο κύριος Λαζάρ αντιμετωπίζει τους μαθητές σαν ενήλικες που μιλούν σαν παιδιά. Παράλληλα, η ταινία αυτή μας δείχνει τη λειτουργία του σύγχρονου σχολείου στον Καναδά όπου οι κανόνες είναι αυστηροί και δεν επιτρέπεται ο δάσκαλος να έχει καμιά επαφή με τα παιδιά. Δεν μπορεί να τους δώσει ένα ελαφρύ χτύπημα όταν κάνουν κάτι κακό ή να αγκαλιάσει ένα παιδί που το έχει ανάγκη. Οι σχέσεις των παιδιών μεταξύ τους πάλι, δεν πάντα αυτές που οι μεγάλοι πιστεύουν πως είναι, ούτε αντιμετωπίζουν τα πράγματα με τα μάτια ενός ενήλικα. Και ο διευθυντής ενός σχολείου πρέπει να παίρνει αποφάσεις όχι απαραίτητα με βάση την παιδαγωγική ικανότητα των δασκάλων του, αλλά με βάση ψυχρούς κανονισμούς, ενώ οι γονείς από την πλευρά τους ασκούν τη δική τους πίεση στο σύστημα.
Για μένα είναι ίσως η μόνη ταινία που έχω δει, η οποία αντιμετωπίζει την απώλεια και το πένθος στην τρυφερή ηλικία των παιδιών με τρόπο, με λεπτότητα, και να εστιάζει στο κέντρο της.
Ο Εξαιρετικός Κύριος Λαζάρ του Φιλίπ Φαλαρντό είναι μια μικρή ταινία, φτιαγμένη με απλούς διαλόγους και με την πιο μεγάλη καρδιά. Ο Αλγερινός Μοχάμεντ Φελάχ ερμηνεύει υπέροχα το δάσκαλο αυτό αλλά και οι μικροί πρωταγωνιστές αποδεικνύνται αντάξιοι ισως και καλύτεροι των μεγάλων.
Μέχρι η ταινία να φτάσει στην έκθεση που διαβάζει ο κύριος Λαζάρ στο τέλος, η καρδιά μας έχει γίνει σαν χρυσαλλίδα: έχει σπάσει το κουκούλι της, έχει ανοίξει τα φτερά της και έχει πετάξει…
Αξίζει να πάμε να τη δούμε!